Σάββατο 6 Απριλίου 2013

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ: Ο άγνωστος κόσμος του λιμανιού


Δημοσιεύτηκε: Κυριακή, 7 Απριλίου 2013 | ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ ΧΕΚΙΜΟΓΛΟΥ
karterika@yahoo.gr

Πώς λειτουργούσε το λιμάνι της Θεσσαλονίκης στην οθωμανική περίοδο; Οι προξενικές εκθέσεις αναφέρονται στην κίνηση των πλοίων, τις τιμές και τις ποσότητες των εμπορευμάτων, όχι όμως και στη λειτουργία του λιμανιού. Τα λίγα τοπικά αρχεία που διασώζονται περιλαμβάνουν –από το 18ο αιώνα και έπειτα- ειδήσεις ελάχιστες και ασύνδετες μεταξύ τους.

Το προνόμιο της επιστασίας (1927)
Σύμφωνα με ανέκδοτη γνωμάτευση του διαπρεπούς νομικού Δημητρίου Δίγκα (1927), στις αρχές του 18ου αιώνα κάποιος σουλτάνος είχε παραχωρήσει σε ιδιώτη το αποκλειστικό προνόμιο της επιστασίας των μεταφορών στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Το δικαίωμα αυτό ήταν κληρονομικό. Είχε επιβεβαιωθεί κατά καιρούς με σουλτανικά διατάγματα, μέχρι σχεδόν το 1912.
Η ελληνοτουρκική Συνθήκη των Αθηνών (1913) ορίζει ότι «τα μέχρι της καταλήψεως των εκχωρηθεισών χωρών κεκτημένα δικαιώματα καθώς και αι δικαστικαί πράξεις και οι επίσημοι τίτλοι, οι εκδοθέντες παρά των αρμοδίων οθωμανικών αρχών, έσονται σεβαστά και απαραβίαστα μέχρι εννόμου περί του εναντίου αποδείξεως». Τέθηκε συνεπώς το ερώτημα, αν στα προστατευόμενα από τη σύμβαση «κεκτημένα δικαιώματα» συμπεριλαμβανόταν και η επιστασία των μεταφορών στο λιμένα της Θεσσαλονίκης. Κατά τη γνώμη του Δίγκα, το ελληνικό Δημόσιο μπορούσε να ρυθμίσει κατά διαφορετικό τρόπο τις μεταφορές, καταργώντας το προνόμιο, αλλά θα έπρεπε να αποζημιώσει τους κατόχους του.

Ο Κουρτ εφέντης (1792)
Τα ίχνη της οικογένειας που κατείχε το προνόμιο εντοπίζονται στα τέλη του 18ου αιώνα. Ιδού τι έγραφε ο Βενετός πρόξενος στις 12.12.1792: «Ο εδώ τελώνης Κουρτ εφέντης κατάντησε ανυπόφορος εξ αιτίας των ζημιών που προξενεί στο εμπόριο. Συγκεντρωθήκαμε όλοι οι πρόξενοι στου συναδέλφου μας της Σουηδίας και αποφασίσαμε να γράψουμε ο κάθε ένας στον πρεσβευτή του εναντίον του τελώνη, ο οποίος δεν θέλησε ποτέ να μεγαλώσει τη σκάλα της φόρτωσης και εκφόρτωσης. Η αποβάθρα αυτή είναι πολύ μικρή και ετοιμόρροπη. Και όταν τα πλοία που ξεφορτώνουν είναι περισσότερα από ένα, δεν μπορούν να ξεφορτώσουν παρά δύο ή το πολύ τρεις βάρκες με εμπορεύματα τη μέρα. Είναι φιλάργυρος. Δεν έχει αρκετούς αχθοφόρους για να μεταφέρουν γρήγορα τα εμπορεύματα. Γι' αυτό το λόγο μένουν εκτεθειμένα στο ύπαιθρο επί δύο-τρεις μέρες, στη βροχή και στον ήλιο, και υφίστανται συνεχείς κλοπές. (…) Οι αχθοφόροι, αν και υπάρχει διατίμηση, κάνουν ό,τι θέλουν» (Κ. Μέρτζιος, Μνημεία Μακεδονικής Ιστορίας, 453-454).
Είναι σαφές ότι ο Κουρτ εφέντης δεν ήταν απλώς «τελώνης», με την έννοια του υπαλλήλου που εισπράττει δασμούς. Ηταν υπεύθυνος για τις φορτώσεις και εκφορτώσεις από τις βάρκες μέχρι το τελωνείο, μέσω αχθοφόρων που ο ίδιος διόριζε και καθόριζε τις αμοιβές τους.

Κατά των λεμβούχων (1908)
Τα προνόμια που διεκδικούσαν οι απόγονοι του Κουρτ το 1927 συγχέονται στην ιστοριογραφία με τη «μονιμότητα» που είχαν οι λεμβούχοι (βαρκάρηδες) και οι μαουνιέρηδες, οι οποίοι μετέφεραν τα είδη από τα πλοία στην αποβάθρα. Η «μονιμότητα» στην απασχόλησή τους είχε την αφετηρία της στο «προνόμιο» των απογόνων του Κουρτ: οι μεταφορείς ήταν συνυπεύθυνοι -έναντι των κατόχων του προνομίου- για ζημίες στα εμπορεύματα. Αρα, δεν ήταν δυνατόν η σύνθεσή τους να αλλάζει συνεχώς. Η συνυπευθυνότητα έκανε το επάγγελμα «κλειστό». Το 1908 αρχηγός της ομάδας αυτής ήταν κάποιος Κερίμ, στον οποίο αποδίδεται η επιτυχία του μποϊκοτάζ κατά των ελληνικών πλοίων (1908-1910).
Για να αναγκάσει τους λεμβούχους και τους μαουνιέρηδες να μειώσουν τις υψηλές αμοιβές τους (για τις οποίες διαμαρτυρόταν ο Βρετανός πρόξενος), ίσως και για να περιορίσει την πολιτική επιρροή τους, το 1911 η οθωμανική διοίκηση προσπάθησε να πείσει τις ναυτιλιακές εταιρίες να πιάνουν απευθείας στις προβλήτες και να ξεφορτώνουν εκεί, αντί να αγκυροβολούν στην είσοδο του λιμανιού και να ξεφορτώνουν πάνω σε βάρκες και μαούνες. Επειδή όμως το λιμάνι ήταν ρηχό, τα μεγαλύτερα πλοία δε διακινδύνευαν να «πιάσουν» απευθείας στις προβλήτες, ενώ τα μικρότερα αγκυροβολούσαν έτσι κι αλλιώς κατά μήκος της παραλίας (νυν Λεωφόρο Νίκης) και όχι μέσα στο λιμάνι.

Μετά την απελευθέρωση
Μία «προνομιούχος» ομάδα αχθοφόρων μετέφερε τα εμπορεύματα από την αποβάθρα στο τελωνείο, συμπλήρωνε δηλαδή το έργο των βαρκάρηδων και μαουνιέρηδων. «Αχθοφόροι του τελωνείου» αναφέρονται για πρώτη φορά σε προξενική έκθεση του 1759. Τον Ιανουάριο του 1916 με απόφαση του υπουργείου Οικονομικών απολύθηκε η «προνομιούχος» ομάδα των αχθοφόρων. Αποφασίστηκε να προσληφθούν 120 νέοι αχθοφόροι για να μεταφέρουν τα εμπορεύματα από την προκυμαία στις αποθήκες του τελωνείου. Αυτοί θα ήταν –όπως και οι παλαιοί- αλληλεγγύως υπεύθυνοι για τυχόν ζημίες στα εμπορεύματα. Δηλαδή, το υπουργείο δεν άλλαξε το σύστημα, αλλά αντικατέστησε το προσωπικό με εργάτες δικής του επιλογής.
Επίσης, μειώθηκαν και οι αμοιβές. Τον επόμενο μόλις μήνα (Φεβρουάριος 1916), μια ομάδα Αλβανών αχθοφόρων παρακάλεσε το Εμπορικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης να προβεί σε διάβημα προς το αρμόδιο υπουργείο για να εφαρμοστεί νέο αχθοφορικό τιμολόγιο.
Η μείωση των αμοιβών στα εν λόγω επαγγέλματα ήταν συνεχές μέλημα τόσο του κράτους όσο και των ναυτικών πρακτόρων. Από το 1918 οι δημόσιες υπηρεσίες αναζητούσαν με αγγελίες στον Τύπο μειοδοτικές προσφορές από κατόχους φορτηγίδων, για να τους αναθέσουν το σύνολο της μεταφοράς κρατικών προμηθειών. Την άνοιξη του 1919, μετά τον τερματισμό του Α' Παγκόσμιου Πολέμου, πραγματοποιήθηκαν διαπραγματεύσεις μεταξύ των εφοπλιστικών εταιριών, τις οποίες αντιπροσώπευσαν οι ναυτικοί πράκτορες, και των κατόχων φορτηγίδων, διότι οι εφοπλιστές επιδίωκαν μείωση των αμοιβών. Ομως, οι μαουνιέρηδες, αντί να δεχθούν μείωση, απαίτησαν αύξηση των ναύλων.
Το 1920, λόγω του πολέμου, το κράτος επέβαλε υποχρεωτική διατίμηση. Επειδή ήταν χαμηλή, αρκετοί ιδιοκτήτες φορτηγίδων εγκατέλειψαν τη Θεσσαλονίκη και πήγαν στο λιμάνι της Κωνσταντινούπολης. Ταυτόχρονα, κάποιος Αμπάς, αρχηγός των αχθοφόρων επί μία εικοσαετία, ξεκίνησε συνδικαλιστικό και δικαστικό αγώνα, διότι περιορίστηκαν τα δικαιώματα των συναδέλφων του. Αλλά ο νόμος της αγοράς είχε αρχίσει να εφαρμόζεται. Μάταια διαμαρτυρόταν ο Αμπάς, μάταια έτρεχαν στα δικαστήρια και οι απόγονοι του «φιλάργυρου» Κουρτ εφέντη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου